ΣΑΝ ΤΟ ΧΡΥΣΑΦΙ ΣΤΟ ΚΑΜΙΝΙ
Αναστάσιος Μ. (1929-2004)
Όπως έλεγε ό ίδιος σε ηλικία 16 ετών, σκέφτηκε, ποιο δρόμο να πάρει κι από τότε, έπεσε στο βήμα του Χριστού, στο Ευαγγέλιο, νιώθοντας «σαν επιστρατευμένος». Όταν συναντιόνταν στα βουνά μ' έναν άλλον πιστό βοσκό τον κ. Νεοκλή, φώναζε ό ένας τον άλλον, σαν σύνθημα και σαν χαιρετισμό Αγαπάς τον Χριστό; -Ναι, τον αγαπώ! Με την πρώτη ευκαιρία πουλά ένα γομάρι κι αγοράζει μια Καινή Διαθήκη, απ' αυτές πού κυκλοφορούσαν τότε σε παράφραση στην καθομιλουμένη. Αυτό το βιβλίο το έκανε κτήμα του, ώστε να το πονά και να κλαίει γι' αυτό. Είχε γίνει τόσο βίωμα του, ώστε όταν μιλούσε ανέφερε πάντα κάτι απ' το Ευαγγέλιο, δύο κεφάλαια μάλιστα τα έλεγε με την αργόσυρτη παιδική φωνή του απ' έξω: τους Μακαρισμούς από το κατά Ματθαίον, και από το κατά Ιωάννη το 14ο κεφάλαιο «μη ταράζεται ή καρδιά σας... Πιστέψετε εις τον Θεόν και εις έμέ πιστέψετε... στην οικία του πατέρα μου είναι πολλά οικήματα...». Είχε βαθιά αγάπη για την Εκκλησία, για τις ακολουθίες της, τα μυστήρια της. Ή λατρεία του Θεού είναι λαχτάρα, έλεγε. Σε ανάπαυε και μόνο πού τον έβλεπες γιατί μιλούσε το παράδειγμα του, πράος, ανεξίκακος, εργατικός, πονόψυχος. Επειδή είχε ζήσει μες στα βουνά από μικρό παιδί, κατανοούσε αβίαστα τα χωρία εκείνα, τις παραβολές ιδίως του Ευαγγελίου πού έχουν σχέση με την αγροτική ζωή κι έδινε με χαριτωμένο τρόπο παραδείγματα απ' τη ζωή στη φύση. Διδακτός Θεού, πράγματι, γιατί σχολείο ούτε τρεις τάξεις δεν πρόλαβε να πάει, κι έλεγε πράγματα πού νόμιζες πώς είχε διαβάσει πατέρες της Εκκλησίας ενώ αυτός το μόνο πού είχε διαβάσει ήταν τα τέσσερα ευαγγέλια απ' την παλιά, φθαρμένη μα τόσο αγαπημένη του Καινή Διαθήκη. Μα δεν έλεγε μόνο, αλλά και τα εφάρμοζε στην πράξη με την βοήθεια της προσευχής. Έλεγε, αχ Θεέ μου, καθάρισε με από τα κρύφια κι άθελά μου, πού βρίσκεται στον 18ο Ψαλμό, (εκ των κρύφιων μου καθάρισαν με) αλλά και στο Γεροντικό: «Κύριε, εκ των κρύφιων μου καθάρισαν με για να μην ντροπιάζομαι στην προσευχή μου».
Πάντα έβαζε στη σακούλα του αγοραστή περισσότερα απ' όσα ζύγιζε, χώρια πού πήγαινε σε αναγκεμένους κι άφηνε κρυφά τα καλύτερα απ' τα προϊόντα του μόχθου του. Έπαθε πολλές φορές κώμα από υπεργλυκαιμία και το αντίθετο από υπογλυκαιμία, με νοσηλείες σε νοσοκομεία. Λόγο διαβητικής αγγειοπάθειας έπαθε γάγγραινα στο αριστερό πόδι πού είχε συνέπεια να του το κόψουν κάτω απ' το γόνατο, ενώ σε λίγο τυφλώθηκε, λόγω διαβητικής αμφιβληστροπάθειας. Έτσι καθηλώθηκε, έγκλειστος τα τελευταία 7 χρόνια της ζωής του στο δωμάτιο του «μόνος μόνω Θεώ», μετακινούμενος μόνο μέσα-στο σπίτι μ' ένα αναπηρικό καροτσάκι, ενώ και στο άλλο πόδι εμφανίστηκαν έλκη, οιδήματα, μελανά δάκτυλα από γάγγραινα, πού του έφερνε πόνους. Κάποτε ένιωθε σαν να του πριονίζουν το πόδι, ενώ δεν έλειπαν οι πόνοι και στο ακρωτηριασμένο - αυτό πού ονομάζεται ιατρικώς «φάντασμα μέλος». Όταν όμως τον ρωτούσες τι κάνει, έλεγε, καλύτερα εδώ μέσα, ίσως άμα ήμουν στο πλατάνι, στην πλατεία, να αμαρτανόμουν. Κι έτσι, στην ησυχία, έφτανε στην απαραίτητη γι' αυτόν αυτοσυγκέντρωση και στην πιο αγαπημένη του ενασχόληση, την προσευχή, πού τον τραβούσε σαν μαγνήτης.
Λες κι είχε υπ' όψιν του τίς συμβουλές του Άποστ. Παύλου στον Τιμόθεο και στον Ή- το, πού δεν τίς είχε διαβάσει: «να έχεις νίψη σε όλα, κακοπάθησε, κάμε έργο Ευαγγελιστού, να είσαι άμαχος, επιεικής, πράος». Τα πρωινά άκουγε, (από τότε πού σταμάτησε να δουλεύει, γιατί προηγουμένως ξυπνούσε απ' τα χαράματα) από τον σταθμό της Λυδίας το συναξάρι του αγίου της ημέρας και ακούγοντας το ήταν σε κατάνυξη και περισυλλογή. Δες πώς είναι ή πίστη μας ζωντανή, έλεγε, και στο τέλος ακούγοντας το τροπάριο του αγίου, χαιρόταν. Χαρμολύπη!
Και ό κ. Τάσος σαν άνθρωπος πού μπαινόβγαινε σε νοσοκομεία, με φορεία και ασθενοφόρα, είχε βέβαια τα σημάδια της κόπωσης, την έγνοια ότι κουράζει τους άλλους, μια πού εξαρτιόταν στις κινήσεις του, όμως στο πρόσωπο του, στην συμπεριφορά του, ήταν έκδηλος ό καρπός του Αγίου Πνεύματος: αγάπη και ενδιαφέρον για όλους, πίστη, ανεκτικότητα, υπομονή, εγκράτεια. Εγκράτεια σε όλα, στη γλώσσα, στην τροφή του πού στην περίπτωση του ήταν κυριολεκτικά και το φάρμακο του. Τηρούσε τις νηστείες και όταν περίμενε να μεταλάβει, όπως όρισε ό ξομολόγος, περίμενε νηστικός ώσπου νάρθει ό παπάς μετά την απόλυση, έβλεπες ότι είχε απόπνοια οξόνης λόγω του διαβήτη, και περίμενε με πόθο την θεία Κοινωνία πού μ' αυτήν «παίρνουμε, όπως έλεγε, μερτικό απ' τον Χριστό».
|