Άγιος Θεράπων Επίσκοπος Κύπρου

Πρωτοπρ.: π. Αθανασίου Γιουσμά


Ούτος ο μακάριος είλκε μεν το γένος εκ της των Αλαμάνων χώρας, εξ ευγενών γεννητόρων και ευσεβών καταγόμενος. Αλλά νηπιόθεν της του γένους λαμπρότητος, και των βιοτικών απάντων καταφρονήσας, επειδή τα ιερά γράμματα εξεπαιδεύθη, και πλήρης τούτων εγένετο, ταις ιεραίς Εκκλησίαις εσχόλαζε, τας θείας Γραφάς καθ’ εκάστην επαναγιγνώσκων, και βίον λιτόν μετερχόμενος, και προιούσης της ηλικίας, πάσαν την έφεσιν αυτού προς επίδοσιν αρετής και Θεώ αρέσκειν επιδούς, πάση σκληραγωγία και εγκρατεία εαυτόν καθυπέβαλλεν. Ούτω δε πάντα βαθμόν Εκκλησιαστικόν παραλλάξας, ασκήσει και θεία γνώσει ελλαφθείς, ένθερμος κύρηξ του Χριστού ανεδείκνυτο. Του δε Επισκόπου της ιδίας πατρίδος τον βίον απολιπόντος, εκ θείας προνοίας, ψήφω του φιλοχρήστου λαού κανονικώς, επίσκοπος αναδειχθής καιπερ μη βουλόμενος, Αρχιερεύς ούτος καθίσταται, και της οικείας πατρίδος τους οίακας εγχειρίζεται. Κάλλιστα δε διαλάμψας εν τη Εκκλησία, το της αρχιεροσύνης κατεκόσμησεν αξίωμα, και γέγονε διδάσκαλος της Ορθοδοξίας, ακριβής, πολλούς μεν τω Χριστώ προσαγόμενος, πολλούς δε από και διαφόρων αιρέσεων, εις την αληθή και ορθόδοξον πίστιν καθοδηγών.
Ούτος ουν επί πολλοίς έτεσι το του Χριστού ποίμνιον θεαρέστως ποιμάνας, επειδή ο των ζιζανίων σπορεύς, πόλεμον άσπονδον κατά της Εκκλησίας εκίνησε, του μη προσκυνείν τας αγίας και σεπτάς Εικόνας, στερρώς κατά των Εικονομάχων αντιταξάμενος, ήλεγξεν αυτούς, αιρετικούς και αθέους και ασεβείς αποκαλέσας. Οι δε, μη ανεχόμενοι τας ύβρεις, τας σάρκας του Αγίου κατέξεον όνυξιν.Ο δε άγιος, ευχαρίστως πάντα υποφέρων, έλεγεν προς τους παρόντας. «Υπέρ της του Χριστού και Θεού μου αγίας Εικόνος, ετοίμως έχω μεληδόν κατατμηθήναι». Οι δε αλητήριοι, χερσί και ποσί δεσμεύσαντες τον Άγιον, εναπέρριψαν ζοφώδει φρουρά, και εσφραγισμένων των θυρών ουσών, Άγγελος Κυρίου εν τη νυκτί εκείνη, απέλυσε τον Άγιον εκ των δεσμών αυτόν εκ τρίτου και είπεν αυτώ : «Τάχυνον, και πορεύθητι. Εισακούσθη η δέησίς σου, γνήσιε Μαθητά του Χριστού». Τη δε έωθεν εξαγαγόντες τον Άγιον, ως είδον αυτόν αμετάθετον, τύπτοντες αυτόν απεδίωκον. Ο δε φησι προς αυτούς, «Επειδή αδιόρθωτοι μένετε, και γαυριώντες αλαζονεύεσθε κατ’εμού, ήδη έφθασεν εφ’υμάς η οργή του Κυρίου, ημιξήρους αποκαθιστώσα, ίνα δι υμών και οι λοιποί σωφρονισθώσιν».
Και άμα τω λόγω, ως είδος αστραπής εξ ουρανού κατελθούσης, μετά φρικώδους βροντής, ημιξήρους αυτούς απειργάσατω, ο δε Άγιος, μετά την θείαν εκείνην επιφάνειαν, την πόλιν εκείνην καταλιπών, ανήλθε εις Ιεροσόλυμα. Εν δε τω μέλλειν αποδημήσαι της πατρίδος, ευχαριστηρίους αφήκε φωνάς, ότι την πόλιν αυτού, πολυάνθρωπον ούσαν, και τοσούτον τη αιρέσει πλήθουσαν, επί της εναντίας τάξεως κατέλιπεν.
Άπαντας ουν τους ιερούς τόπους περιελθών, και την οφέλειαν παρ’ εαυτώ θυσαυρίζων, θαύμασι και τέρασι πολλούς κατέπληξεν, όθεν και μέγας θαυματουργός ανεφάνη. Επ’ αυτήν γαρ την Ιερουσαλήμ, εν μια των ημερών παριόντος του Αγίου, γύναιον εξ’ Εβραίων αυτώ προσυπαντά, ούτινος τον παίδα τεθνηκότα εξεκόμιζον, και οία μήτηρ, αμέτρως εκόπτετο * ταύτην δε κατοικτηρήσας ο Άγιος, και την δεξιάν τω τεθνηκότι προτείνας, λέγει « Έγειραι, φησίν εν ονόματι Ιησού Χριστού, όν οι άνομοι Εβραίοι εσταύρωσαν επί Ποντίου Πιλάτου». Και ο λόγος ευθύς ζωτικήν αυτώ δέδωκεν ανέγερσιν. Η δε μήτηρ επί τα ίχνη του Θαυματουργού Θεράποντος προσπεσούσα είπεν « Όν ανέστησας, δι ύδατος αναγέννησόν συν εμί».
Μετά δε ταύτα, χρόνο έτι ικανόν διαβιβάσας, και θαύματα μεγάλα, τη του Χριστού επικλήσει, εις την περιφανή Κύπρον απέπλει, ένθα ξενισθείς παρά Σωσίω τινί, χαλεπώς ασθενούντι, ιάσατο αυτόν και την γυναίκα αυτού, επί χρόνοις εννέα πυρέσσουσαν επί κλίνης, κρατήσας της χειρός, ανήστησιν υγιά. Και έταιροι πολλοί νόσους έχοντες ποικίλας, υγιάνθησαν δια της επιθέσεως των χειρών του Αγίου, και τους αιρετικούς Θεοπασχίτας γενναίως διήλεγξεν. Οθεν εξ’αυτών, άνθρωπος τις αυθάδης και υπερήφανος δέδωκε ραπίσματα τω Αγίω. Μεθ’ημέρας, μεταμεληθέντος του αιρετικού, και συγχώρησιν παρά του Αγίου ζητήσαντος δια την τολμηρίαν, ο Άγιος, ουκ έδωκεν αυτώ συγγνώμην, αλλ’ απεπέμψατο, επαρασάμενος αυτόν είναι κεχωρισμένον της δόξης του Χριστού. Είπε γαρ, ότι τον Κύριον είδε κατ’ όναρ, εν σχήματι παιδίου νεογνού, υπέρ τον Ήλιον εξαστράποντα και περιβεβλημένον λευκόν χιτώνα διερρηγμένον από κεφαλής μέχρι ποδών, ο δε διαρρήξας τον χιτώνα, αυτός έστι και οι ομόφρονες αυτώ.Οι δε ευσεβείς των Κυπρίων εκπλαγέντες την μεγάλην του Αγίου αρετήν και ο τότε Πρόεδρος αυτών, μαθών δια αποκαλύψεως κόσμου περί του Αγίου, ικετεύων μετά παρακλήσεως μένειν εν τη Νήσον τον Άγιον, ίνα πολλόις όφελος και σωτηρίας ψυχής γένηται και προίστασθαι μερικώς Εκκλησίας μίας της κατά Κύπρον κειμένης, ήτις και τω αιγιαλώ προσεπέλαζεν. Ου πολλού δε χρόνου παρελθόντος και επιδρομής αλλοφύλων Αράβων κατά της Κύπρου γενομένης, (οπότε Μοναστήρια και Εκκλησίαι κατεσκάφησαν, και πολλούς ανηλεώς κατέσφαζον), συλλαβόντες οι διώκται ούτοι και τον Άγιον, εν τη Εκκλησία λειτουργούντα, απεκεφάλισαν και κατέσφαξαν αυτόν έμπροσθεν της αγίας Τραπέζης ου γενομένου, ωδαί και μελωδίαι Ασωμάτων Δυνάμεων περί το σώμα του μακαρίου Θεράποντος ανεπέμπετο, και το ξένον θέαμα, τους πιστούς εις ευχαρηστίαν Θεού εκίνησεν, τους δε σφαγέας Άραβας κατέπληττε, οί και μεταμελείσθαι επί τω ανόμω θελήματι εβιάζοντο.Ο δε Άγιος του Χριστού Ιερομάρτυς, υπό των πιστών κηδευθείς, την ατελεύτητον και αγήρω μακαριότητα κεκλήρωται. Το δε τίμιον αυτού λείψανον ανηνέχθη εις Κωνσταντινούπολιν μετά πάροδον πολλών χρόνων, των Αγαρηνών βουλευσάμενων τη Κύπρω επιτήθεσθαι, αυτού του Αγίου δι’ επιφανείας μετατεθήναι κελεύσαντος. Και νυν ένθα κείται, πηγάς θαυμάτων αναβλύζει εκάστοτε.

Παρακλητικός Κανών ΝΕΟ

Βίος - Θαύματα - Παρακλητικός Κανών


Παρακλητικός Κανών Α' μέρος


Παρακλητικός Κανών Β' μέρος


 

ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ