ΤΟΥ ΕΝ ΑΓΙΟΙΣ ΠΑΤΡΟΣ ΗΜΩΝ ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΥ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΤΟΥ ΠΑΛΑΜΑ


Ομιλία εις τον Άγιο Απόστολο και Ευαγγελιστή και εξαιρετικώς ηγαπημένον υπό του Χριστού Ιωάννη τον Θεολόγο


Εις την οποίαν γίνεται λόγος και περί της αγάπης προς τον Θεόν και προς τον πλησίον.



Σήμερα επιτελούμε την εορτήν ενός από τους προκρίτους Αποστόλους του Χριστού και ανευφημούμε αυτόν ως πατέρα όλων όσων φέρουν το όνομα του Χριστού, ή καλύτερον ως πατριάρχη των ουκ εξ αιμάτων, μήδ’ εκ θελήματος σαρκός, μηδέ εκ θελήματος ανδρός άλλ' εκ Θεού γεννηθέντων. Διότι, όπως ό Ιακώβ εγέννησε δώδεκα πατριάρχες κατά σάρκα, από τους οποίους προήλθαν οί δώδεκα φυλές του Ισραήλ, έτσι και ό Χριστός ανέδειξε πνευματικός τους δώδεκα μαθητάς, αφού την θέση αυτού που εξέπεσε ελεεινός την αναπλήρωσε Ο μέγας Παύλος, εις τον όποιον φανερώθηκε ό Χριστός εκ του ουρανού. Εάν όμως δεν υπάρχουν και εδώ φανερώς ισάριθμες φυλές, δεν είναι καθόλου παράδοξο, διότι τα πνευματικά διαιρούνται αδιαιρέτως. Έτσι, αν και οί αισθήσεις του σώματος φαίνονται πώς είναι πέντε, όμως ή αισθήσεις της ψυχής είναι μία, διαιρούμενη αδιαιρέτως. Άλλα καί οί δώδεκα πηγές των υδάτων εις τάς οποίας στρατοπέδευσαν οί Ισραηλίτες υπό την ηγεσία του Μωϋσέως καί έσβησαν την δίψα που τους προξένησε ή οδοιπορία μέσα στην έρημο, αυτούς τους δώδεκα προετύπωναν. Διότι αυτοί είναι που απήλλαξαν με τα πνευματικά ύδατα το ανθρώπινο γένος, το όποιον προηγουμένως επορεύετο δια μέσου άβατων ερήμων της αθεΐας, από τον καύσωνα της ειδωλομανίας. Άλλα και οί δώδεκα λίθοι τους οποίους έστησε ό Ιησούς του Ναυή εις τα Γάλγαλα σαν μαρτυρία της Θαυμαστής διαβάσεως του Ιορδάνη, αυτούς τους δώδεκα προετύπωναν. Διότι αυτοί είναι σ' εμάς αιώνια μαρτυρία, ότι ό αληθινός Ιησούς αναχαίτισε το ρεύμα της αμαρτίας που κατέκλυζε την οικουμένη και έδωσε σ' αυτούς που τον υπακούουν την δυνατότητα να διαπεράσουν την οδό του βίου αναμάρτητος, όπως στους Ισραηλίτες δόθηκε ή δυνατότητα να διασχίσουν τον Ιορδάνη δίχως να βραχούν.


Άλλ' αυτά βέβαια και τα παρόμοια τους, ακόμη και ή κλίσης από τον ίδιο τον Χριστό, τον μονογενή Υιό του Θεού, είναι κοινά σ' όλους τους Αποστόλους. Αυτός όμως που εορτάζουμε δεν είναι μόνον κλητός Απόστολος, αλλά συναριθμείτε ανάμεσα στους εκλεκτούς. Διότι δεν είναι απλώς εκλελεγμένος άπ' όλο το γένος των ανθρώπων που ζουν κάτω από τον ουρανό, αλλά και εκλεκτός ανάμεσα σ' αυτούς τους εκλελεγμένος και κορυφαίος του κορυφαίου χορού των Αποστόλων και ομόστοιχος με τον Πέτρο και τον Ιάκωβο, τους επίλεκτους. Για αυτό, αφού τον ξεχώρισε μαζί μ' αυτούς ό Σωτήρ από τους υπολοίπους, τον οδήγησε στο Θαβώριο ορός και άκουσε την συνομιλία του Χριστού με τον Μωϋσή και τον Ήλιου και αντίκρισε κατά θεϊκό τρόπο το μεγάλο και υπερφυσικό εκείνο θέαμα, την αίγλη δηλαδή του φωτός της θεότητας του Υιού, ή οποία υπερήστραψε απορρήτως. Στο τέλος άκουσε και την πατρική φωνή, πού απευθύνεται μόνο προς τον Χριστό, ούτος εστίν ο Υιός μου ό αγαπητός εν ω ευδόκησα.• αυτού άκουετε. Έτσι ό Ιωάννης κατεστάθη μακαρίως μαθητής όχι μόνον του Υιού αλλά και αυτού του Πατρός.


Άλλα και αυτό το έχει κοινό με τον Πέτρο και τον Ιάκωβο, οί όποιοι είναι πρώτοι ανάμεσα στους μαθητές του Σωτήρος, καθώς επίσης και το να είναι ευαγγελιστής μαζί με αυτούς πού συνέγραψαν το ιερό Ευαγγέλιο, τους λόγους της αιωνίου ζωής, αν και υπερέχει βέβαια πολύ ως προς την μεγαλοφωνία και το ύψος της θεολογίας. Ποιος λόγος όμως είναι ικανός να παραστήσει αυτά στα όποια αυτός μόνος διαπρέπει; Μόνον αυτός επέτυχε να καλείται άπ' όλους παρθένος, όχι μόνον από τους Αποστόλους αλλά και από όλους τους προγενεστέρους και μεταγενεστέρους ονομαστούς στην αρετή αυτή, επειδή, όπως φαίνεται, μόνος αυτός φύλαξε σ' όλη του την ζωή εν παρθενία την ψυχή και το σώμα, τον νου και την αίσθηση. Την παρθενία βέβαια του σώματος λίγοι την κράτησαν, αλλά την γνωρίζουν σχεδόν όλοι. Ή ακριβής παρθενία όμως της ψυχής είναι το φρόνημα το όποιο δεν σχετίζεται με οποιαδήποτε κακία. Ώστε με την προσωνυμία αυτή προσμαρτυρείται σχεδόν στον Ιωάννη ή αναμαρτησία. Γι' αυτό και έγινε αγαπημένος του μόνου εκ φύσεως αναμάρτητου Χριστού και μόνος άπ' όλους απέκτησε αυτήν την επωνυμία.


Άραγε μπορεί κανείς να εύρη μεγαλύτερα άπ' αυτά τα ονόματα δια να τον επαινέσει; Ενώ σ' όλους τους άλλους ανθρώπους δεν θα μπορούσε να εύρη ούτε όλα αυτά μαζί, σ' αυτόν όμως ανήκουν και άλλα μεγαλύτερα άπ' αυτά. Διότι δεν είναι μόνον αγαπημένος και παρθένος, άλλα και υιός της Παρθένου και μάλιστα αυτής της μητροπαρθένου και Θεομήτορος, αφού έγινε κατά χάριν αυτό πού ήτο σ' αυτήν ό Χριστός κατά φύσιν. αφού λοιπόν μόνος απέκτησε την ίδια μητέρα με τον Χριστό, είναι και μόνος αυτός άπ' όλους αδελφός του και σ' όλα συγγενής και εξομοιωμένος με τον Υιό του Θεού. Υιός αγαπητός εκείνος και αυτός επίσης μαθητής αγαπητός. Εκείνος υπάρχει μέσα στον κόλπο του Πατρός και αυτός με την χάρι Εκείνου είναι επιστήθιος στον Ιησού. Παρθένος Εκείνος και αυτός παρθένος με την χάρι Εκείνου. Παρθένου υιός Εκείνος, της ιδίας και αυτός. Εβρόντησεν εξ ουρανού ό Κύριος, είναι καί αυτός ή βροντή• γι' αυτό και αποκαλείται μ' αυτό το όνομα περισσότερο από τους άλλους, δηλαδή βροντή καί υιός της βροντής. Και μάλιστα βροντή θεολογικωτάτη, ή οποία αντηχεί σ' όλα τα πέρατα και θεολογεί τον Λόγο του Πατρός πώς υπήρχε από την αρχή, αχώριστος από τον Θεό, πώς είναι Θεός και έχει μέσα του τη ζωή καί ακόμη πώς είναι το φως το αληθινό, το όποιο φωτίζει κάθε άνθρωπο πού έρχεται στον κόσμο και τέλος πώς δια αυτού έγιναν στην αρχή τα πάντα.


Αυτή ή βροντή μας φανέρωσε αυτόν τον όποιο απέστειλε ό Θεός ως μάρτυρα της ελεύσεως του αληθινού φωτός και μας γνώρισε τον ίδιο τον Λόγο, ό όποιος κατήλθε από τον ουρανό και έγινε για χάρι μας σάρκα. Εξιστόρησε δε καθαρότατα ολόκληρη την επίγεια ζωή Του, τους λόγους, τα έργα, τα πάθη, την ανάστασι μετά από την σταύρωση και τέλος την επιστροφή στον ουρανό, από οπού και κατέβει. Και όλα αυτά, λέγει, τα κατέγραψε για μας όπως τα είδε, για να σωθούμε. Άλλα και σε ολόκληρη την Εκκλησία απευθύνει προτρεπτική επιστολή, με την οποία καλεί όλους να γίνουν μέτοχοι της αιωνίου ζωής, ή οποία υπήρχε προαιωνίως αχώριστη από τον Πατέρα και εφανερώθη σε μας. Επειδή δε συγκατελέγετο μεταξύ των προκρίτων Αποστόλων καί ιδιαιτέρως ήτο καί ωνομάζετο αγαπημένος, μας ομιλεί περί της κορυφαίας αρετής, δηλαδή περί της αγάπης, καί λέγει πώς ό ίδιος ό Θεός είναι αγάπη καί οποίος έχει αγάπη έχει μέσα του τον Θεό. Όποιος μένει στην κατάσταση της αγάπης, μένει μέσα στον Θεό καί ό Θεός μένει μέσα σ' αυτόν στον όποιο υπάρχει ή αγάπη. Δείχνει πώς ή ενέργεια της μέσα μας είναι διπλή, καθώς την μερίζει αμερίστως σ' αυτήν πού στρέφεται προς τον Θεό καί σ' αυτήν πού στρέφεται προς τον πλησίον καί διδάσκει ότι ή μία είναι συνυφασμένη με την άλλη και τέλος αποκαλεί ψεύτη αυτόν που ισχυρίζεται πώς έχει μόνον τη μία από τις δύο. Διότι, λέγει, σημάδι της αγάπης προς τον Θεό είναι το να τηρούμε τον λόγο του και τις εντολές του, όπως δίδαξε και ό ίδιος ό Κύριος όταν είπε• ό αγαπών με τάς έντολάς μου τήρησα• αυτή δε, λέγει, εστίν ή εμή εντολή, ίνα αγαπάτε αλλήλους' καν τούτω γνώσονται πάντες ότι εμοι μαθηταί έστε, εάν αγάπην έχητε εν αλλήλοίς .


Βλέπετε πώς είναι αχώριστη ή αγάπη προς τον Θεό και προς αλλήλους; Γι' αυτό λέγει ό αγαπημένος μαθητής, ει τις• λέγει ότι αγαπά τον Θεον και τον άδελφον αυτού μισεί, ψεύστης εστίν ει γαρ τον άδελφον αυτού, ον εώρακεν, ουκ αγαπά, πώς αγαπά τον Θεόν, ον ούχ έωρακε; Ακόμη λέγει πώς ό δια της αγάπης λέγων εν τω Θεώ μενειν οφείλει, καθώς εκείνος περιεπάτησεν, και αυτός περιπατείν . Πώς λοιπόν περιεπάτησε Εκείνος; Ύπήκουσε στον ουράνιο Πατέρα, πλήρωσε όλη την δικαιοσύνη, ευηργέτησε με τον εαυτό του την φύση, θεράπευσε τους ασθενείς, δίδαξε τους ευπειθείς, ήλεγξε τους απειθείς, υπέμεινε χάριν των ευπειθών τα ονείδη από τους απειθείς, τα εμπτύσματα από τους αχάριστους, τα ραπίσματα, τους εμπαιγμούς, τις μαστιγώσεις και τέλος τον επονείδιστο θάνατο, αφού θυσίασε και τη ζωή του για χάρι μας, από το όποιο δεν υπάρχει μεγαλύτερο έργο αγάπης.


Βλέπουμε δε τον αγαπημένο μαθητή να παρουσιάζεται μαθητής και στα έργα, διότι σε όλα μιμήθηκε με ακρίβεια τον διδάσκαλο του• και στην διδασκαλία και στα θαύματα και στα παθήματα. Όλους τους ευηργέτησε με έργα και λόγους, τους έβγαλε από το σκοτάδι στο φως και τους μετέβαλε από αναξίους σε άξιους, ενώ ό ίδιος υπέφερε για αυτούς. Δεν υπέμεινε μόνον ένα θάνατο για την μαρτυρία του Ίησοϋ και την ωφέλεια μας -με άλλα λόγια για την αγάπη προς τον Θεό και τους ανθρώπους- αλλά σε όλη την διάρκεια της ζωής του παρέδιδε τον εαυτό του στον θάνατο. Πόσες φορές ενεπαίχθη, πόσες φορές ερραπίσθη, πόσες φορές ελιθοβολήθη, σε πόσους τυράννους και άρχοντες δεν παρεστάθη ως υπόλογος και υπόδικος, αυτός που είναι διανομεύς της ευσέβειας! Ακόμη και εξωρίσθη από τον ωμότατο μεταξύ των τυράννων Δομετιανό στην Πάτμο, ενώ αυτός με χαρά κήρυττε παντού την διδασκαλία του αγαθού Δεσπότου και διδασκάλου.


Και εμείς, αδελφοί, ακολουθώντας την διδασκαλία αυτή, ας περιπατήσουμε, όσο είναι δυνατόν, όπως ακριβώς και ό Χριστός και ό αγαπημένος του μαθητής περιεπάτησε, με υποταγή στους πατέρας μας. Διότι λέγει, υιός• υπήκοος εσται εις ζωην, ο δε παρήκοος εις απώλεια . Και όχι μόνον στους κατά σάρκα πατέρας άλλα πολύ περισσότερο στους πνευματικούς και τέλος διαμέσου αυτών στον ανώτατο Πατέρα, παρ' ου πασά πάτρια ίν ούρανώ και επί γης ονομάζεται. Διότι ή αγάπη, ή υπακοή και ή ευπείθεια προς τους πνευματικούς πατέρες αναφέρεται προς τον Θεό και οποίος δεν υπακούει σ' αυτούς προσκρούει στον Θεό των πατέρων, όπως ακριβώς απεφάνθη και ό Χριστός όταν είπε: ο ακούων υμών, εμόν ακούει, και ό αθετών υμάς, εμε αθετεί• ό δε εμε αθετών, αθετεί τον άποστείλαντά με. Πείθεσθε, λοιπόν, αδελφοί, τοις ηγούμενοις ημών και ύπείκετε, ίνα μη στενάζωσι καθ` υμών, αλυσιτελές γαρ ημίν τούτο φωνάζει ό μεγαλοκήρυκας Παύλος, και να δείχνετε προθυμία να εκπληρώσετε κάθε εντολή του Θεού και να εκτελέσετε κάθε αγαθό έργο. Εάν έχουμε κάποιες ελλείψεις εξ αιτίας της ασθενείας της φύσεως μας, ό εύσπλαχνος Κύριος αναπληρώνει με την χάρι του τις ελλείψεις της ασθενείας μας και μας αποδέχεται, ωσάν να πράξαμε πλήρως το αγαθό, και μάλιστα εάν μας δη να ταπεινοφρονούμε για τις ελλείψεις της αρετής και όχι να υπερηφανευόμαστε για ό,τι καλό έχουμε κάνει.


Να ευεργετείτε ό ένας τον άλλον πολυτρόπως με ό,τι μπορείτε. Δεν μπορείς μ' ένα θαυματουργό λόγο να θεραπεύσεις τους ασθενείς; Τουλάχιστον όμως μ` ένα παρηγορητικό λόγο είσαι σε θέση να τους βοηθήσεις. Εάν μάλιστα εσύ ό ίδιος τους υπηρέτησης στις ανάγκες τους, θα έχεις ως υπηρέτη -ω του θαύματος!- τον ίδιο τον Χριστό στον μέλλοντα αιώνα, σύμφωνα με τους λόγους του. Διότι λέγει• περιζώσεται και ανακλινεί αυτούς, και παρελθών διακονήσει αυτοίς. Εάν πάλι μεταδίδοντας από τα αναγκαία αγαθά σου γίνεις κοινωνός του Χριστού, θα γίνεις μέτοχος και του θείου πλούτου και της βασιλείας Του καί θα τραφείς με αμβροσία και θα περιβληθείς το βασιλικό ένδυμα της αθανασίας, ωσάν να ενέδυσες και επότισες και έθρεψες εκείνον τον ίδιο. Δεν έχεις χάρισμα διδασκαλίας, προτροπής στην αρετή, δύναμη να ελέγξεις, για να αποτρέπεις από την κακία και να παρακινείς προς την αρετή; Να γίνεις με τα έργα διδάσκαλος, εργαζόμενος το αγαθό στον ίδιο τον εαυτό σου και στους συνανθρώπους σου. Με αυτόν τον τρόπο είναι δυνατόν ακόμη και τους παρανόμους να ελέγχεις. Ας λέγουν τέτοιου είδους άνθρωποι και για σένα, βαρύς ημίν εστί και βλεπόμενος, ότι άνομοι ταίς τρίβοις ημών αι οδοί αυτού. Αν πάλι, επειδή δεν ημπορούν να σε υποφέρουν, επιφέρουν ύβρεις και συκοφαντικά πλέκουν κατηγορίες και μηχανώνται εναντίον σου τα πάνδεινα, να σταθείς ατρόμητος καί να μη μεταβολής την συμπεριφορά σου από παράφορα ή από νωθρότητα, αλλά να φανείς αγαθός και στον ίδιο τον εαυτό σου και σ' εκείνους, έχοντας ως παράδειγμα τον ίδιο τον Χριστό και τον αγαπημένο του μαθητή. Και με αυτό το παράδειγμα να βαδίζεις την ευθεία οδό του Κυρίου και να προχωρείς χωρίς επιστροφή• διότι λέγει εκείνος, ει γαρ εμε εδίωξαν, και υμάς σώζουσι. "Αν ενεργής έτσι και υπομείνεις αυτά, είναι φανερό σ' όλους πώς έχεις ενστερνισθεί την θεϊκή αγάπη.


Εάν πράγματι έχεις μεγάλο πόθο να γνωρίσης μέσα σου τα σημάδια της θα σου τα υποδείξω και αυτά, μόνον εσύ να προχωρείς χωρίς οκνηρία, για να τα εύρης. Όταν ανυψώνεις το νου προς τον Θεό και δεν σε σύρει προς τα κάτω τίποτε γήινο, άλλα λησμονώντας τα όλα, αβίαστα, χωρίς σκέψεις, με χαρά εντρυφάς στη μνήμη του Θεού και στις προσευχές, τότε γνώριζε ξεκάθαρα ότι έφθασες στην αγάπη του Θεού. Και μετέχεις σ' αυτήν σε τέτοιο βαθμό, κατά το μέτρο πού παρατείνεται ή διάρκεια της συνομιλίας αυτής προς τον Θεό ή καλλίτερα της ενώσεως προς Αυτόν. Όταν πάλι προσεύχεσαι στον Κύριο με κατάνυξη και γλυκεία οδύνη της καρδιάς, με την ίδια ένταση τόσο για σένα όσο και για κάθε άνθρωπο, γνωστό και άγνωστο, εχθρό και φίλο, γι' αυτόν πού σε λύπησε και γι' αυτόν πού δεν σε λύπησε, τότε γνώριζε πώς έχεις αγαπήσει τον πλησίον σου από τα βάθη της ψυχής σου.


'Αλλά οί διαθέσεις αυτές δεν αποκτώνται, εάν προηγουμένως δεν επιτέλεσης τα φανερά έργα της αγάπης. Διότι, εάν δεν μάθεις στον εαυτό σου να αφήνει το δικό του θέλημα και να κάνη το θέλημα του συνανθρώπου του, πώς θα υπομένεις τα κακά πού θα σου προξενήση; Εάν πάλι δεν υποφέρεις με γενναιότητα και μακροθυμία τις δυσκολίες πού σου προξενούν οί άνθρωποι, πώς θα προκόψεις στο να προσεύχεσαι για χάρι των έχθρων σου; Και εάν δεν υπάκουης σ' αυτόν πού λέγει τα ενόντα δοτέ ελεημοσύνην, και πάντα, καθαρά υμίν εσται, αλλά κατέχεις και διαφυλάττεις αυτά μόνο για τον εαυτό σου και δεν τα διαμοιράζεις, για να κάλυψης τις ανάγκες των συνανθρώπων σου, πώς θα χύσης δάκρυα γι' αυτούς; Διότι λέγει κάποιος από τους φίλους του Θεού: «Αυτός πού έχει αγάπη σκόρπισε χρήματα, ενώ αυτός πού ισχυρίζεται ότι έχει και τα δύο, και τα χρήματα και την αγάπη, έχει πλανηθεί' αλλά ή στερείται χρημάτων ή στερείται αγάπης, δηλαδή του Θεού». Διότι ό Θεός είναι αγάπη, όπως μας διδάσκει όταν λέγει, ου δύνασθε Θεώ δουλεύειν και μαμωνά, εννοώντας με την λέξη μαμωνά κάθε περιττό πράγμα πού έχουμε, χρυσό ή άργυρο ή κάτι άλλο. Και δείχνει πώς είναι αδύνατο να προσευχηθεί αυτός πού φυλάγει χρήματα• διότι λέγει, οπού γαρ εστίν ό θησαυρός ημών, εκεί έσται και ή καρδία ημών, και βεβαίως όχι στην προσευχή. Μάλιστα γι' αυτού του είδους τους ανθρώπους έλεγε ό Κύριος ότι ούτος ό λαός τοις χείλεσιν με τίμα, ή δε καρδία αυτών πόρρω απέχει απ εμού• μάτην δε σεβονται με .


Γι αυτό και ή αγαπημένη στο Θεόν βροντή φωνάζει, όστις έχει τον βίον του κόσμου τούτου και ου οίδωσι τοις αδελφοίς τάς χρείας, ουκ εστίν ή αγάπη του Θεού εν αύτω. Διότι δεν είναι δυνατόν να παραμένουν ή αγάπη του κόσμου και ή αγάπη του Θεού σ' ένα και το αυτό πρόσωπο, αφού ή αγάπη του κόσμου είναι εχθρική προς τον Θεό. Γι' αυτό πάλι ό ίδιος λέγει, μη αγαπάτε τον κόσμον, μήδε τα εν τω κόσμω. Ποια άλλα λοιπόν είναι αυτά που ευρίσκονται μέσα στον κόσμο, παρά ή απόκτησης χρημάτων που δεν ωφελούν καθόλου την ψυχή, οι σαρκικές επιθυμίες, ή υψηλοφροσύνη, το γήινο θέλημα; Αυτά όλα δεν είναι του Θεού, αλλ` αντίθετα χωρίζουν άπ' Αυτόν όσους τα κατέχουν και νεκρώνουν την ψυχή αυτού που έχει νικηθεί άπ' αυτά και την θάπτουν μέσα στο χρυσό και αργυρό χώμα. Αυτό το χώμα είναι πολύ χειρότερο από το συνηθισμένο χώμα, με το όποιο καλύπτουμε τους νεκρούς. Διότι όταν το κοινό χώμα τοποθετηθεί πάνω στα νεκρά μας σώματα, συγκρατεί τη δυσωδία τους και δεν την αφήνει καθόλου να βγει προς τα έξω, ενώ το χρυσό και αργυρό χώμα, όσο περισσότερο συσσωρεύεται πάνω στο νου αυτού πού το έχει αποκτήσει, τόσο περισσότερο δυσώδη τον κάνει, ώστε ή δυσωδία να φθάνει ακόμη και στον ουρανό και να στρέφει οπίσω τους οικτιρμούς και την πρόνοια του Θεού.


Γι' αυτόν τον λόγο και απεστάλη ό αγαπημένος από τον Σωτήρα μας Ιησού Χριστό, για να μας διδάξει όλη την αλήθεια και να μας ανασηκώσει άπ' αυτά τα νεκρά έργα και να μας προτρέψει σε έργα φωτός, των οποίων το αποκορύφωμα καθώς και το μέσο πού μας παρέχει την αιώνια ζωή είναι, όπως μας διασάφησε ακριβέστατα, ή αγάπη προς τον Θεό και τον πλησίον. Γιατί λοιπόν τον αγαπούμε και τον τιμούμε; Όχι διότι μας απεκάλυψε ολόκληρη την αλήθεια; Ας μην ενεργούμε λοιπόν, αδελφοί, αντίθετα προς τα λόγια εκείνου ούτε να δείχνουμε σχηματικά και με τη γλώσσα μόνον την αγάπη και την πίστη, ενώ με τα έργα να απιστούμε σ' αυτόν, πράγμα το όποιο και ό ίδιος το απαγορεύει λέγοντας μη αγαπώμεν, αδελφοί, λόγω και γλώσση, άλλ' έργω και αλητεία.


Εάν λοιπόν εμείς από αγάπη τιμούμε αυτόν πού και ό Θεός τον αγάπησε περισσότερο άπ' όλους, ας δείξουμε με τα έργα την αγάπη μας προς αυτόν, με το να εφαρμόζουμε τα λόγια του και όχι απλώς να τα ακούμε. Διότι έτσι θα μπορέσουμε να πετύχουμε την αιώνια ζωή και βασιλεία, πού μας εγνώρισε αυτός, μαζί με τον βασιλέα των αιώνων Χριστό, στον όποιο πρέπει δόξα αιώνια στον ουρανό και στη γη, μαζί με τον άναρχο του Πατέρα και το συναίδιο Πνεύμα τώρα και πάντοτε και σ' όλους τους αιώνες.

Αμήν.



ΒΙΒΛΙ. ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΑΓΙΟΡΕΙΤΙΚΗ ΜΑΡΤΥΡΙΑ. ΤΕΥΧΟΣ 12-13. ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΞΗΡΟΠΟΤΑΜΟΥ ΕΤΟΣ 1991

 

 

 

 

ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ